ρεκόρ

ρεκόρ
το
(λ. γαλλ.), επίδοση που ξεπερνά κάθε προηγούμενη στο ίδιο αγώνισμα, μέγιστη επίδοση: Στους φετινούς βαλκανικούς αγώνες σημειώθηκαν δύο νέα ρεκόρ στο ακόντιο και στη σφαιροβολία.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ρεκόρ — το, Ν 1. αθλητική επίδοση που ξεπερνά κάθε προηγούμενη στο είδος 2. (γενικά) η μεγαλύτερη επίδοση, ο μεγαλύτερος βαθμός. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. record < αγγλ. record (< λατ. recordor «θυμάμαι, αναλογίζομαι»)] …   Dictionary of Greek

  • αστροναυτική — Επιστήμη η οποία οφείλει την ανάπτυξή της στην προσπάθεια κατάκτησης του Διαστήματος. Η α. είναι το σύνολο των θεωρητικών ερευνών και των πρακτικών εφαρμογών σχετικά με την κίνηση οχημάτων στο Διάστημα, που ξεκινούν από τη Γη, προωθούνται με… …   Dictionary of Greek

  • μοτοσικλέτα — Οδικό όχημα με κινητήρα και δύο (ή σπανιότερα τρεις) τροχούς, για μεταφορά προσώπων ή και εμπορευμάτων. Όπως το αυτοκίνητο προήλθε από τις άμαξες, στις οποίες τοποθετήθηκαν κινητήρες ατμού ή εσωτερικής καύσης, έτσι και οι πρώτες μ. γεννήθηκαν από …   Dictionary of Greek

  • αεροναυτική — Σύνολο πειραματικών δεδομένων, τεχνικών εφαρμογών και ποικίλων δραστηριοτήτων, οι οποίες συνδέονται με τις συνθήκες που επιτρέπουν στον άνθρωπο να μετακινείται μέσα στη γήινη ατμόσφαιρα με συσκευές που κατασκευάζονται γι’ αυτό τον σκοπό. Τo… …   Dictionary of Greek

  • αθλητισμός — Η επίδοση στα αθλήματα, η εκγύμναση του σώματος. Με μια ειδικότερη έννοια, ο όρος αναφέρεται σε ένα σύνολο αθλημάτων, που ξεκινούν από τις φυσικές σωματικές ασκήσεις του ανθρώπου (βάδισμα, τρέξιμο, άλματα, ρίψεις). Αρχικά, ήταν η συστηματική… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… …   Dictionary of Greek

  • Ζελέζνι, Γιαν — (Jan Zelezny, Μλάντα Μπολέσλαβ 1966 –). Τσέχος ακοντιστής. Κέρδισε τρία χρυσά ολυμπιακά μετάλλια και ένα αργυρό, καθώς και τρία χρυσά μετάλλια και ένα χάλκινο σε παγκόσμια πρωταθλήματα. Στους Ολυμπιακούς αγώνες της Σεούλ, το 1988, εμφανίστηκε ως… …   Dictionary of Greek

  • Κεντέρης, Κώστας — (1973 –). Αθλητής του στίβου και Ολυμπιονίκης στο αγώνισμα των 200 μ. Το 1990, στο Παγκόσμιο Μαθητικό Πρωτάθλημα αναδείχθηκε πρώτος νικητής στα 400 μ. Το 1993 κατέλαβε την πρώτη θέση στα 400 μ. τόσο στους Μεσογειακούς όσο και στους αγώνες Μπρούνο …   Dictionary of Greek

  • Cypriot records in athletics — The following are the national records in athletics in Cyprus maintained by its national athletics federation: The Amateur Athletic Association of Cyprus (Greek: Κυπριακή Ομοσπονδία Ερασιτεχνικού Αθλητισμού Στίβου) (ΚΟΕΑΣ). Contents 1 Outdoor 1.1 …   Wikipedia

  • Panathinaikos F.C. — Main article: Panathinaikos Panathinaikos F.C. Full name Panathinaikos Football Club Nickname(s) Το τριφύλλι (The Shamrock) Οι πράσινοι (The Greens) …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”